μεσοστροφωνίαι

μεσοστροφωνίαι
μεσοστροφωνίαι, αἱ (Α)
(ενν. ἡμέραι) (κατά τον Ησύχ.) «ἡμέραι, ἐν αἷς Λέσβιοι κοινὴν θυσίαν ἐπιτελοῡσι».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”